Έξι χώρες, σε σύνολο 27, πίεσαν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για την έμμεση νομιμοποίηση των κατασκοπευτικών λογισμικών σε βάρος δημοσιογράφων, ανάμεσα σ’ αυτές Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα
Οι κυβερνήσεις της ΕΕ θέλουν να επιτρέψουν την κρατική παρακολούθηση δημοσιογράφων και των συνομιλητών τους, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης spyware, εφόσον οι αρχές ασφαλείας το κρίνουν απαραίτητο στο όνομα της εθνικής ασφάλειας. Αυτό προκύπτει από έγγραφα από τις συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις της ΕΕ σχετικά με τον Ευρωπαϊκό Νόμο για την Ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης (EMFA), που περιήλθαν στη γνώση των ερευνητικών μέσων Investigate Europe (στο οποίο συμμετέχουν και οι Reporters United) netzpolitik.org και Follow the Money.
Ο νόμος της ΕΕ για τα μέσα ενημέρωσης, που προτάθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον περασμένο Σεπτέμβριο, έχει ως σκοπό να προστατεύσει τους δημοσιογράφους και τα μέσα ενημέρωσης από τον πολιτικό έλεγχο από τις κυβερνήσεις και τους ιδιοκτήτες. Αυτά θέτουν εμφανώς σε κίνδυνο την ελευθερία της έκφρασης και τον πλουραλισμό των μέσων ενημέρωσης σε πολλές χώρες της ΕΕ, κυρίως στην Πολωνία και την Ουγγαρία αλλά και αλλού, όπως έχουν προειδοποιήσει εδώ και χρόνια ειδικοί όπως οι συντάκτες της ετήσιας έκθεσης Media Pluralism Monitor στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο στη Φλωρεντία.
Είναι απαραίτητο για την κριτική και ανεξάρτητη δημοσιογραφία οι δημοσιογράφοι να μπορούν να προστατεύουν τον εαυτό τους και τις πηγές τους από την παρακολούθηση, συμπεριλαμβανομένης της παρακολούθησης από τις κρατικές αρχές. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το άρθρο 4 του σχεδίου νόμου της ΕΕ απαγορεύει ρητά τα καταναγκαστικά μέτρα κατά δημοσιογράφων για την αποκάλυψη των πηγών τους, καθώς και την παρακολούθηση των επικοινωνιών τους και τη χρήση spyware στους υπολογιστές και τα τηλέφωνά τους.
Αλλά στο Συμβούλιο της ΕΕ, όπου οι εκπρόσωποι των 27 κυβερνήσεων της ΕΕ διαπραγματεύονται κεκλεισμένων των θυρών, η γαλλική κυβέρνηση ζήτησε να αντιστραφεί το άρθρο 4, όπως αποκαλύπτει το Investigate Europe. Η κατασκοπεία δημοσιογράφων και η χρήση λογισμικού κατασκοπείας εναντίον τους θα πρέπει πράγματι να επιτρέπεται – εάν δικαιολογείται από την «εθνική ασφάλεια», υποστηρίζει το Παρίσι.
Πριν από δύο χρόνια, μια κοινή έρευνα μέσων ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένων των Guardian, Le Monde και Washington Post, έδειξε πώς κρατικοί παράγοντες σε πολλές χώρες είχαν χρησιμοποιήσει το spyware Pegasus εναντίον πολιτών, συμπεριλαμβανομένων δημοσιογράφων στην Ουγγαρία και αλλού. Στην Ελλάδα, πέρυσι προέκυψε ότι αρκετοί δημοσιογράφοι είχαν γίνει στόχος του spyware Predator, ενώ στην Ισπανία οι αρχές φέρεται να χρησιμοποίησαν λογισμικό κατασκοπείας εναντίον δημοσιογράφων που έκαναν ρεπορτάζ για το καταλανικό κίνημα ανεξαρτησίας.
Ως αντίδραση σε αυτές τις αποκαλύψεις, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συγκρότησε ειδική εξεταστική επιτροπή για το θέμα και ζήτησε να απαγορευτεί η πώληση spyware μέχρι να καθοριστεί με σαφήνεια ο νόμος σε ποιες εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να το χρησιμοποιήσει ένας κράτος- μέλος.
Αλλά οι κυβερνήσεις της ΕΕ φαίνεται ότι ενδιαφέρονται ελάχιστα για τις ανησυχίες του Κοινοβουλίο, σημειώνει το δημοσίευμα του Investigate Europe και αποκαλύπτει ότι οι κυβερνήσεις της Γερμανίας, της Ολλανδίας, της Τσεχικής Δημοκρατίας, του Λουξεμβούργου και της Ελλάδας υποστήριξαν ρητά το γαλλικό αίτημα για εξαίρεση εθνικής ασφάλειας από το άρθρο 4, σύμφωνα με τη γερμανική διπλωματική έκθεση της αρμόδιας ομάδας εργασίας του Συμβουλίου, στις 17 Απριλίου. Κανένας άλλος εκπρόσωπος της κυβέρνησης της ΕΕ δεν έφερε αντίρρηση. Ως εκ τούτου, η σουηδική κυβέρνηση, που προεδρεύει επί του παρόντος στο Συμβούλιο, πρόσθεσε μια παράγραφο στην τελευταία έκδοση του σχεδίου νόμου δηλώνοντας ότι το άρθρο 4 «δεν θίγει την ευθύνη των κρατών μελών για τη διαφύλαξη της εθνικής ασφάλειας».
Όταν ρωτήθηκε για τους λόγους υποστήριξης της αμφιλεγόμενης διάταξης, εκπρόσωπος Τύπου της υπουργού Πολιτισμού και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης της Γερμανίας, Κλόντια Ροθ, εξήγησε ότι είχε σκοπό μόνο να διασφαλίσει ότι οι «αρμοδιότητες των κρατών μελών στον τομέα της εθνικής ασφάλειας, όπως καθορίζονται στην Ε.Ε. Συνθήκη, μένουν ανεπηρέαστες».
Αλλά η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων υποστηρίζει ότι αυτό είναι παραπλανητικό. Σε αντίθεση με τις Συνθήκες της ΕΕ, λέει ο οργανισμός, «η τρέχουσα πρόταση του Συμβουλίου δεν περιέχει διατάξεις για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων».
Ο εκπρόσωπος της Ροθ πρόσθεσε ότι στις επικείμενες διαπραγματεύσεις η γερμανική κυβέρνηση θα επιδιώξει να προστατεύσει την πολυμορφία των μέσων ενημέρωσης. «Είναι επίσης προς το συμφέρον μας να διασφαλίσουμε ότι αυτό δεν δημιουργεί μια πύλη για αδικαιολόγητους περιορισμούς».
Εκπρόσωπος της ολλανδικής κυβέρνησης δεν εξήγησε γιατί υποστήριξαν την εξαίρεση, αλλά τόνισε ότι η εθνική ασφάλεια είναι αυστηρά εθνική υπόθεση και ότι το ολλανδικό νομικό πλαίσιο είναι ισχυρό από αυτή την άποψη. Η γαλλική κυβέρνηση δεν απάντησε αμέσως στα αιτήματα για σχολιασμό.
«Η περίπτωσή μου δείχνει πόσο εύκολο είναι να χρησιμοποιείς την εθνική ασφάλεια ως πρόσχημα για να απειλήσεις τους δημοσιογράφους και τις πηγές τους», λέει ο Θανάσης Κουκάκης, ένα απ’ τα θύματα του Predator στην Ελλάδα. Εάν η ΕΕ ψηφίσει πράγματι έναν νόμο «που νομιμοποιεί τέτοια μέτρα χωρίς εξωτερικό έλεγχο και δημόσιο έλεγχο, αυτό θα ήταν πολύ απογοητευτικό», λέει. «Αυτός δεν θα ήταν ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρώπης της ΕΕ».
Η Ολλανδή ευρωβουλευτής των Φιλελευθέρων Σόφι ιντ Βελντ που ηγήθηκε της εξεταστικής επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το Pegasus και άλλο λογισμικό υποκλοπής, θεωρεί τις πρόσφατες αλλαγές των κυβερνήσεων της ΕΕ στο σχέδιο του Ευρωπαϊκού Νόμου για την Ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης ως «καταστροφή». Η έννοια της εθνικής ασφάλειας λειτουργεί ως «λευκή επιταγή», ενώ, στην πραγματικότητα, χρειάζεται ένα «σαφές νομικό πλαίσιο».
Ωστόσο, μια γενική εξαίρεση είναι αυτό που βρίσκεται στο τραπέζι των κυβερνήσεων της ΕΕ την επόμενη εβδομάδα, όταν σχεδιάζουν να υιοθετήσουν κατ’ αρχήν τη θέση του Συμβουλίου για το EMFA, τονίζει το δημοσίευμα. Ο τελικός νόμος της ΕΕ, ωστόσο, θα χρειαστεί το πράσινο φως τόσο από το Συμβούλιο όσο και από το Κοινοβούλιο.